διεύθυνση επικοινωνίας delios2010@gmail.com

29 Απρ 2013

Ψεκασμένοι και προψημένοι

Προσέχετε ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων
Κα λθόντες ο μαθητα ατο ες τ πέραν πελάθοντο ρτους λαβεν. ‛Ο δ ησος επεν ατος· ρτε κα προσέχετε π τς ζύμης τν Φαρισαίων κα Σαδδουκαίων

Κατά Ματθαίον 16,5-6


Οι βιβλικές παραινέσεις μαρτυρούν την ιστορική σπουδαιότητα του άρτου. Άλλωστε σε έτερο εδάφιο περιέχεται η επίκληση «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον» (Ματθ. 6,11) που ονομάτισε έκτοτε τον αγώνα του ανθρώπου για την επιβίωση : «βγάζει τον επιούσιο».

Παρότι δε στο Ευαγγέλιο με τη «ζύμη» εννοείται μεταφορικά η φαρισαϊκή φαυλότητα, που στον άνθρωπο προκαλεί ό,τι το χαλασμένο προζύμι στο ψωμί, η προειδοποίηση
είναι συγκλονιστικά επίκαιρη στην κυριολεξία της : προσέξτε την ποιότητα του ψωμιού που τρώτε. Όμως λησμονήσαμε την προειδοποίηση και εμπιστευτήκαμε την παρασκευή του ψωμιού σε σύγχρονους Φαρισαίους.
Περίπτωση Πρώτη : Πριν από καιρό, ένα βράδυ η ομήγυρη θα χρειαζόταν ψωμί. Μη βρίσκοντας στους κοντινούς φούρνους, κατευθυνθήκαμε απρόθυμα σε παρακείμενο super market που διαθέτει «θερμή γωνιά» πωλήσεως ψωμιού. Τα προϊόντα έφεραν ταμπέλα «αρτοσκεύασμα» και όχι «άρτος» (όπως παρομοίως κάποια γαλακτοκομικά τύπου γιαουρτιού δεν αναγράφουν στα στοιχεία προϊόντος «γιαούρτι» παρά «επιδόρπιο»). 

Η ζεστή φραντζόλα, κατευθείαν από τον θερμοθάλαμο, εκ πρώτης όψεως έδειχνε λαχταριστή. Μέχρι να επιστρέψουμε, κρύωσε. Τότε αποκάλυψε πόσο παρελκυστική ήταν η πρώτη εντύπωση. Το προϊόν αποσκοπούσε βασικά στο να πείσει τον πελάτη να το αγοράσει, όχι στο να τον θρέψει. 

Κόβοντας φέτες, η κόρα ξεκολλούσε σαν τομάρι από ψόφιο ζώο αφήνοντας σαν «ψίχα» μια γλιτσιασμένη, λαστιχώδη μάζα. Αηδιασμένοι, το αφήσαμε αφάγωτο. Και το επόμενο πρωί, οπότε επιπλέον ανέδιδε μια ξυνισμένη μυρωδιά, το πετάξαμε. Ιδού η «χαλασμένη ζύμη» του Ευαγγελίου.
Περίπτωση Δεύτερη : Πριν δέκα μέρες έτυχε να αγοραστεί ένα καρβέλι από παραδοσιακό φούρνο, που ακόμα ζυμώνει αξημέρωτα. Μια φέτα έμεινε χωρίς να καταναλωθεί. Έχει ξεραθεί λίγο αλλά κάλλιστα τρώγεται, δίχως να εμφανίζει κάποια δυσάρεστη ιδιότητα ή μούχλα.
Για την ακρίβεια των δυο παραπάνω περιπτώσεων καταθέτω και ενόρκως. Λεπτομέρειες, καταστήματα, τα πάντα. Για δε τη δεύτερη, αν ο ανακριτής με καλούσε σήμερα, προλάβαινα να προσκομίσω και το πειστήριο.

Αυτό που δεν θα κατέθετα ενόρκως, γιατί δεν υπάρχουν άλλοι μάρτυρες και ο συνομιλητής θα την αρνούταν, είναι η συνομιλία με επικεφαλής γνωστής εταιρείας που παρασκευάζει και πωλεί μέσω αλυσίδας καταστημάτων προψημένα αρτοσκευάσματα.
Η ιδιωτική συζήτηση έλαβε χώρα πριν από μερικά χρόνια, όταν το bake off ήταν ακόμα στα «σπάργανα». Ο επιχειρηματίας είχε αναπτύξει τις προσπάθειες που έκανε, εκτός από το να παράγει, να εισάγει κατεψυγμένη ζύμη από την Πολωνία, την Ουκρανία (του Τσερνομπιλ), το Μαρόκο, και διάφορες άλλες χώρες όπου απλά έβρισκε φθηνά υλικά και συμφέρουσες για την εταιρεία συμφωνίες. 

Όπως είχε πει, πίστευε ότι θα κατάφερνε να πείσει τους πολιτικούς να υιοθετήσουν σχετική νομοθεσία, η οποία κατά τον ίδιο όφειλε να συνίσταται στην πλήρη απελευθέρωση των πάντων από κάθε περιορισμό. Με μια κουβέντα, να πουλάει καθένας ό,τι θέλει, όπου θέλει, όπως θέλει. Σε παρατηρήσεις για τις απαραίτητες ποιοτικές προδιαγραφές, περιορίστηκε, ενοχλημένα, να διαβεβαιώσει ότι «η εταιρεία του σέβεται τον καταναλωτή».
Κάτι παρόμοιο ισχυρίζονταν και αυτοί που πρόσφατα πιάστηκαν να πουλάνε πρωτότυπες μείξεις αλογίσιου κρέατος, εμπλουτίζοντας την ποικιλία των διατροφικών επιλογών τού καταναλωτή, αν και απέφυγαν τον ενημερώσουν για το προνόμιο.

Κυρίες, κύριοι, καλωσορίσατε στον θαυμαστό καινούριο κόσμο των «απελευθερωμένων» αγορών και της «ελευθερίας» διακίνησης προϊόντων. 
Όπως θυμάστε, μαζί με τις ασυδοσίες, συγγνώμη ελευθερίες, διακίνησης ανθρώπων (λαθρομετανάστευση), και ιδεών (προσηλυτισμός στο αυτοκτονικό) αποτελεί την πεμπτουσία ενός φιλελευθερισμού που όταν τού κολλάνε το πρόθεμα «νέο-» οι ελαφρόμυαλοι υποστηρικτές του εκνευρίζονται.
Στα χρόνια που παρήλθαν η εταιρεία τού ρέκτη, «προψημένου» επιχειρηματία ευδοκίμησε περαιτέρω στην αγορά του «ψεκασμένου» άρτου. Αλλά και όλο το κύκλωμα παραγωγής ψωμιού μεταβλήθηκε. Οι αρτοποιοί που ασκούν τη δραστηριότητα κατά αποκλειστικό επάγγελμα, θιγόμενοι, μπόρεσαν για λίγο διάστημα, με παρεμβάσεις και στην ΕΕ, να ανασχέσουν την πλήρη επικράτηση του βιομηχανικού τρόπου παρασκευής του ψωμιού. Όμως και οι ίδιοι με την εισαγωγή τεχνολογικών αυτοματισμών δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι παράγουν 100% χειροποίητο ψωμί. Όπως επίσης, ανεξάρτητα από βάσιμες επικλήσεις κοστολογικών αυξήσεων, βαρύνονται με την διαρκή μείωση του βάρους της φραντζόλας αλλά και με την αύξηση της τιμής. Ωστόσο, το προϊόν τους δείχνει να παραμένει ποιοτικά ανώτερο εκείνου που πωλείται σε διάφορες αλυσίδες.
Είναι επίκαιρη η διαβούλευση για τη σχετική νομοθεσία. Με την επιφύλαξη να δούμε το τελικό κείμενο που θα ψηφιστεί, καταγράφουμε την γενική τάση.
Αυτό που κινεί τις εξελίξεις παγκοσμίως είναι η απροκάλυπτη πλέον και σαρωτική επιδίωξη μεγάλων εταιρειών να αναλάβουν κάθε πτυχή της οικονομικής ζωής σε βάρος των αυτοτελώς και ελεύθερα απασχολούμενων.
Η «απελευθέρωση των αγορών» είναι ο ευφημισμός που χρησιμοποιείται στην πολιτική ορολογία. 

Οι στρεβλώσεις που προκαλούσαν στην αγορά κάποιες συντεχνιακές ρυθμίσεις υπήρξαν το πρόσχημα.
Η επαγγελματική εξουδετέρωση δια της φυσικής εξαντλήσεως είναι η μέθοδος. Και όπλο το «απελευθερωμένο» ωράριο.

Για παράδειγμα, ο φούρνος που αναφέρουμε στην δεύτερη περίπτωση είναι οικογενειακή επιχείρηση. Στις 3 το μεσημέρι κλείνει, συνήθως έχοντας ξεπουλήσει. Πρέπει να ξυπνήσουν στις 1 μετά τα μεσάνυχτα, ώστε να δουλέψουν μέχρι το επόμενο μεσημέρι. Πρόσκαιρα ίσως αντέξουν, αλλά μεσοπρόθεσμα, με ωράριο 365 ημέρες/24 ώρες ανοιχτά, όπου κατευθύνεται η κατάσταση, αμφίβολο.
Κι επειδή εδώ δεν έχουμε σχέση με την Αριστερά, που ξιφουλκεί συλλήβδην, ενώ ποτέ δεν κατονομάζει, κατά ενός αόρατου «κεφαλαίου» που ευθύνεται για πάσα νόσο, για το ζήτημα του ψωμιού ιδιαίτερο ενδιαφέρον τρέφουν εκτός από τις επιχειρήσεις παραγωγής και εισαγωγής προψημένων αρτοσκευασμάτων, όπως αυτή που προαναφέρθηκε, και οι επιχειρήσεις υπεραγορών.
Τα  super markets θέλουν πρώτον να αποσπάσουν το ψωμί από τους αρτοποιούς, όπως και τα φάρμακα και τα καύσιμα από φαρμακοποιούς και πρατηριούχους αντίστοιχα, και δεύτερον να άρουν υγειονομικούς περιορισμούς στις προϋποθέσεις πώλησης ψωμιού από τις υπεραγορές διότι τούς προκαλεί προβλήματα στους χώρους των καταστημάτων.
Δεν θα απορρίπταμε δογματικά την εταιρειοκρατία, όπως οφείλει να ονομασθεί πλέον το πολίτευμα, εάν διαγραφόταν έστω μια ευοίωνη προοπτική. Όμως ούτε για τον παράγοντα «άνθρωπος» ούτε για τον παράγοντα «καταναλωτής» διαφαίνεται κάτι τέτοιο.
Για τον μέσο άνθρωπο, που κατά το παρελθόν υπό προϋποθέσεις συμμετείχε στην κοινωνική κινητικότητα, ο οικονομικός και κοινωνικός ρόλος υποβαθμίζεται σε, περιορισμένη από την ασφυκτική πίεση της επιβίωσης, ανασφάλιστη υπαλληλία, που οφείλει να υποτάσσεται διαρκώς, έναντι γλίσχρου μισθού.
Συνεπακόλουθα, για τον ίδιο, υπό την ιδιότητα του καταναλωτή, ο μισθός αυτός προσδιορίζει και τα όρια των ποιοτικών απαιτήσεων. Ποιος θα έχει απαιτήσεις για προδιαγραφές ψωμιού όταν αγωνιά για τη στοιχειώδη εξασφάλισή του;
Για να επιβιώνει χωρίς να εξεγείρεται, ο γλίσχρα αμειβόμενος πρέπει να ικανοποιεί με το εισόδημα τις βασικές ανάγκες. Αυτό οδηγεί στην ανάγκη παραγωγής διαρκώς φθηνότερων προϊόντων και εκείνη με τη σειρά της σε υποβάθμιση της ποιότητας, που ήδη έγινε εμφανής σε άλλα καταναλωτικά προϊόντα. Στη σύνθεση ρούχων που μέχρι πρότινος για λόγους υγιεινής όφειλαν να είναι αποκλειστικά βαμβακερά, όπως εσώρουχα και κάλτσες, έχουν εισχωρήσει σημαντικά ποσοστά ακρυλικών ινών.
Βλέπετε γιατί ο πολυθρύλητος ανταγωνισμός που δεν έχει τέλος, ή μάλλον έχει τέλος την απαλοιφή κάθε ποιοτικής προδιαγραφής, αγκάλιασε και το ψωμί.
Στη διατροφή, πλέον οι παράμετροι είναι παγκόσμιες. 
Ο υπερπληθυσμός, η ανάπτυξη μεσαίων τάξεων με δυτικά πρότυπα στις τέως υπανάπτυκτες χώρες, η χρηματιστηριακή κερδοσκοπία, η αντικατάσταση της παραγωγής για διατροφή με την παραγωγή για βιοαιθανόλη, η επιβάρυνση των μεταφορικών λόγω αύξησης του πετρελαίου, οι κακές σοδειές, όλα, ασκούν ανοδική πίεση στις τιμές των διατροφικών ειδών.
Ο δυτικός κόσμος, σχηματοποιώντας τις οικονομίες του γύρω από συγκριτικά πλεονεκτήματα που αφορούν κυρίως τον τριτογενή τομέα, περιόρισε σημαντικό ποσοστό του πρωτογενούς και τη διατροφική του αυτάρκεια. Έτσι, έχει ανάγκη από εισαγωγές.
Και αν μέχρι πρόσφατα στην Ευρώπη μόνον το 10-15% του οικογενειακού εισοδήματος ξοδευόταν για διατροφή, ενώ λόγω ευμάρειας η κατανάλωση ψωμιού είχε μειωθεί, η κρίση άλλαξε τα δεδομένα. Με το διαθέσιμο εισόδημα μικρότερο, το ποσοστό του που αφιερώνεται στη διατροφή αυξήθηκε, ενώ με τον περιορισμό εξεζητημένων διατροφικών συνηθειών το ψωμί αποκτά πάλι την ιστορική, διατροφική του βαρύτητα.
Παρουσιάζεται λοιπόν το δυσμενές φαινόμενο, ενώ το ψωμί να πρέπει για κοινωνικούς λόγους να μείνει φθηνό, η τιμή του να πιέζεται. Με αποτέλεσμα  φτωχοί και «νεόπτωχοι», που ζουν κυρίως στα αστικά κέντρα, εξαιτίας της αύξησης των τιμών σιγά σιγά να γλιστρούν στην πείνα. Άρα και να αποδέχονται προψημένες λύσεις.
Στη Βουλή πάντως ο αρμόδιος υφυπουργός Ανάπτυξης διέρρηξε τα ιμάτια του για την κριτική που δέχεται η κυβέρνηση.

«Έρχεται εδώ ο κάθε ένας και κάνει λάβρες τοποθετήσεις πως φέρνουμε το κατεψυγμένο. Πού λέει πως εισάγεται για πρώτη φορά η δυνατότητα πώλησης; Δεν αλλάζει τίποτα στην αρτοποιητική νομοθεσία!»
«Επιχειρούμε να άρουμε διοικητικά εμπόδια που δημιουργούν κόστος στη διάθεση του άρτου και την τελική έψηση. Έρχεται για παράδειγμα ένα ζαχαροπλαστείο και λέει πως έχει πέσει η δουλειά λόγω κρίσης – “να μην μπορώ να πουλήσω μια τυρόπιτα;” (μιλάμε για την περάτωση της έψησης). Ε, η τυρόπιτα είναι bake off!» ανέφερε ο υφυπουργός Ανάπτυξης, σημειώνοντας πως οι ίδιοι οι αρτοποιοί του έχουν ζητήσει να περιλαμβάνονται στη λίστα των καταστημάτων που δικαιούνται υπαγωγής στη διάταξη.
Αλλά το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας ζήτησε την απόσυρση της διάταξης από το πολυνομοσχέδιο στην οποία προβλεπόταν πλήρης απελευθέρωση στην αγορά του προψημένου ψωμιού «Bake-Off».
«Η πλήρης απελευθέρωση της αρτοποιητικής διαδικασίας και των ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας σημαίνει αθέμιτο ανταγωνισμό, παραπλάνηση του καταναλωτή καθώς το φρέσκο ψωμί αντικαθίσταται από προψημένο εισαγόμενο και πλήρη εξαφάνιση του μικρομεσαίου βιοτέχνη – αρτοποιού και απειλεί την επιβίωση ολόκληρου του αρτοποιητικού κλάδου που αντιπροσωπεύει περισσότερα από 140.000 άτομα, με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο για τον κλάδο όσο και για την οικονομία γενικότερα, ιδιαίτερα τη δεδομένη χρονική συγκυρία».
Υπογραμμίζοντας ότι «οι λύσεις ανάγκης, που επιβάλλονται υπό την πίεση των καταστάσεων, γίνονται πάντοτε εις βάρος του επιδιωκόμενου αποτελέσματος και του εθνικού συμφέροντος».
Μετά από όλα αυτά, πού καταλήγουμε;
Μάλλον, στο να μάθουμε να ζυμώνουμε.
Πρόσφατα επισκέφθηκα μια αγαπημένη, ηλικιωμένη συγγενή. Όταν έφευγα, επέμενε να πάρω λίγο από το ψωμί που μόλις είχε ψήσει. Ήταν γλύκισμα.
Προφήτης
 http://www.antinews.gr/2013/04/29/214312/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου