διεύθυνση επικοινωνίας delios2010@gmail.com

17 Ιουλ 2013

Τι δεν κατάλαβε ο Γούναρης μα πρέπει να ξέρει ο Σαμαράς

Η 25η Μαρτίου 1922 ήταν μια δραματική ημέρα για την Ελλάδα: εκείνο το πρωί, υπό θυελλώδεις συνθήκες, η Βουλή αποφάσιζε με πλειοψηφία 151 ψήφων έναντι 148 κατά την καταφυγή σε αναγκαστικό δάνειο μέσω της διχοτόμησης του νομίσματος. Τη λύση αυτή επέβαλε η συνέχιση της Μικρασιατικής Εκστρατείας που είχε βαλτώσει από το περασμένο καλοκαίρι με την κυβέρνηση να έχει κάνει το ακριβώς αντίθετο από ότι είχε προεκλογικά υποσχεθεί: αντί να απαγκιστρωθεί, υπόσχεση με την οποία είχε εκλεγεί, αποφάσισε να αλλοιώσει πλήρως αλλά και να υπερκεράσει την πολιτική του Βενιζέλου και να βαδίσει προς την Αγκυρα, μόνη πια, χωρίς συμμάχους, που διαφωνούσαν κάθετα
 και δεδηλωμένα με αυτή την εκστρατεία. Ταυτόχρονα λοιπόν με το δυσθεώρητο πολεμικό κόστος, η Ελλάδα αντιμετώπιζε μεγαλύτερο ακόμα πρόβλημα: έναν οικονομικό αποκλεισμό από τη Δύση καθώς το Παρίσι και το Λονδίνο θεωρούσαν το ελληνικό κράτος της εποχής γερμανόφιλο και ήθελαν να δείξουν ξεκάθαρα την ενόχλησή τους μετά την παλινόρθωση του 1920. Ηταν κάθετη η αντίθεση τους, ιδίως των Αγγλων. Κι αυτό σε μία εποχή που η Γερμανία ήταν ηττημένη και, ακόμα, ακίνδυνη.
Ετσι, το δεύτερο εξάμηνο του 1921, έχοντας πια εγκλωβιστεί σε μία δική της μεγαλοϊδεατική, εξωπραγματική κι όχι συμμαχική πολιτική, η Ελλάδα βρέθηκε σε πλέον σε πλήρη διπλωματική και πολιτική απομόνωση. Οσο κι αν μοιάζει δύσκολο να το πιστέψει κανείς, η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση κυριολεκτικά δεν είχε καταλάβει τίποτα.
Λειτουργώντας με μια αδιανόητη επαρχιακή λογική, η κυβέρνηση δεν είχε αντιληφθεί ότι το εγχείρημά της να… κατακτήσει την υπό κατάρρευση Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ήταν απλώς εντελώς εξωπραγματικό με στρατιωτικούς όρους, αλλά, κυρίως, ήταν πλήρως αντίθετο στα δυτικά συμφέροντα και στη λογική της εντολής που είχε λάβει ο Βενιζέλος από του Συμμάχους στο Παρίσι το Μάιο του 1919 για να στείλει τον ελληνικό στρατό εξ ονόματός τους και σε ρόλο φύλαξης της τάξης στη Μικρά Ασία. Οι διάδοχοι του Βενιζέλου δεν μπόρεσαν να δουν το προφανές και το αυτονόητο.
Σταδιακά, κάποιοι στην Αθήνα άρχισαν να αντιλαμβάνονται το τι συνέβαινε στη διεθνή πολιτική για την Ελλάδα, δηλαδή την απώλεια των συμμαχιών της χώρας με αυτή την πολιτική. Αλλά όχι πρωτογενώς: αναγκάστηκαν να το καταλάβουν επειδή δεν είχαν πια χρήματα να στηρίξουν τη Στρατιά της Μικράς Ασίας. Η τραγωδία είναι ότι δεν είδαν το γιατί… Οι συζητήσεις στην Αθήνα της εποχής για την τύχη της χώρας ήταν συνεχείς και κάποιοι, όχι μέσα στην κυβέρνηση, έβλεπαν το ολικό αδιέξοδο, αλλά ουδείς άκουγε.
Ο Γούναρης έκανε ένα απεγνωσμένο ταξίδι στο Λονδίνο για να πετύχει τη… συνέχεια της χρηματοδότησης της χώρας και της εκστρατείας με την οποία οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις όχι μόνον διαφωνούσαν κάθετα, αλλά θεωρούσαν και ότι η Ελλάδα τους κορόιδευε αλλάζοντας το χαρακτήρα της αποστολής του 1919. Φυσικά, ο πρωθυπουργός απέτυχε παταγωδώς. Τις ίδιες κλειστές πόρτες συνάντησε και ο υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Μπαλτατζής που ταξίδεψε κι εκείνος με τον ίδιο σκοπό. Ο Γούναρης επέστρεψε στην Αθήνα χωρίς λεφτά και, κυρίως, αφήνοντας στους παλιούς συμμάχους τη βεβαιότητα ότι η Ελλάδα θα εξακολουθούσε να αγνοεί παντελώς τα συμφέροντά τους, όπως άλλωστε και τα δικά της… Ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε την αποτυχία του να βρει πόρους, αλλά δεν συνειδητοποίησε το γιατί η χώρα είχε απομονωθεί πλήρως και σε ποιο επικίνδυνο βαθμό.
Τη «λύση» ανέλαβε να δώσει ο υπουργός Οικονομικών Πρωτοπαπαδάκης με μία πράγματι παγκοσμίως καινοτόμα ιδέα, που όμως κάθε άλλο παρά έλυνε το πραγματικό πρόβλημα της χώρας που ήταν καθαρά γεωπολιτικό και μόνον κατ’ επίφαση οικονομικό, όσο κι αν αυτή ήταν μια διαχειριστικά πολύ σοβαρή υπόθεση.
Με την επιβολή νέων φόρων να έχει αποκλειστεί ως απολύτως αδύνατη και οδηγούσα μαθηματικά στην πτώση της κυβέρνησης, σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Πρωτοπαπαδάκης δήλωσε στον Γούναρη ότι «βρήκε τα λεπτά» και έβγαλε ένα χαρτονόμισμα από το πορτοφόλι του το οποίο έκοψε στη μέση για να εξηγήσει την ιδέα του: ιδέα ενδεχομένως και ιδιοφυή, αλλά παντελώς άσχετη με το βαθύ, αληθινό πρόβλημα της χώρας.
Κι έτσι, φτάσαμε στην 25η Μαρτίου 1922, στην άτυπη πτώχευση της Ελλάδας και στο νόμο για τη διχοτόμηση του νομίσματος, υπό συνθήκες πανικού. Ακόμα και τότε όμως, η κυβέρνηση είδε απλώς ότι δεν τη δάνεισαν. Δεν είδε το γιατί. Και αφού ανακουφίστηκε με τη διχοτόμηση του νομίσματος, συνέχισε ακάθεκτη στην απομονωτική, αυτοκτονική για την Ελλάδα πολιτική της, που όλοι γνωρίζουμε που κατέληξε μόλις λίγους μήνες αργότερα: στη μεγαλύτερη τραγωδία του σύγχρονου ελληνισμού.
Τώρα τι σημασία έχει να τα θυμάται κανείς όλα αυτά τόσες δεκαετίες αργότερα; Ισως έχει, σε μία στιγμή όμως που η Ελλάδα πάλι είναι πτωχευμένη, πάλι έχει μετακινηθεί γεωπολιτικά από τη Δύση η δυσαρέσκεια της οποίας είναι εμφανής - αυτή τη φορά έχει γίνει «οικόπεδο» των Γερμανών με ολίγη σαθρή προσπάθεια εμπλοκής των Ρώσων- ενώ η ευρύτερη περιοχή πάλι αναδιατάσσεται ραγδαία και ο νυν πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, έπειτα από σειρά αρνήσεων, ετοιμάζεται τελικά να μεταβεί στην Ουάσιγκτον.
Μακάρι όλα τα παραπάνω να μην έχουν καμία σημασία. Αν όμως έχουν κάποια, ας τα σκεφτούν καλά στην κυβέρνηση πριν ξεκινήσουν αυτό το ταξίδι, ας τα σκεφτούν τώρα που το προετοιμάζουν. Και ας αντιληφθούν την πραγματική, καθοριστική για τη χώρα γεωπολιτική μετατόπιση των τελευταίων ετών, καθώς και το τι πραγματικά θα πουν πίσω από τις κλειστές πόρτες του Λευκού Οίκου, σε μία, τελευταία ίσως, ευκαιρία, να κάνουν το αυτονόητο: να πουν την αλήθεια, να πάρουν θέση,  να ζητήσουν τη βοήθεια των Αμερικανών στην αληθινή απαγκίστρωση της Ελλάδας από το Βερολίνο και να προσφέρουν ανταλλάγματα.
Να επιχειρήσουν να επαναφέρουν τη χώρα στη Δύση στην οποία, σύμφωνα και με τους δύο μεγάλους ηγέτες της του 20ου αιώνα, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, «ανήκει», προφανώς, για κάποιους λόγους, που κάθε άλλο παρά εκλείπουν σήμερα. Ισως αυτή να είναι η τελευταία ευκαιρία…
 Μαλούχος Γεώργιος Π.
 http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=522451

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου