Ο Γιώργος Σεφέρης αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα Ελλήνων ποιητών και πεζογράφων της ελληνικής αλλά και παγκόσμιας λογοτεχνίας, που άφησε το δικό του ξεχωριστό στίγμα και επισφράγισε μια ολόκληρη εποχή με τα ποιήματά του.
Γεννημένος στα Βουρλά της Σμύρνης στις 29 Φεβρουαρίου του 1900, ο Γιώργος Σεφεριάδης όπως ήταν το πραγματικό του όνομα ανήκε σε μία ιδιαίτερα καλλιεργημένη οικογένεια. Πατέρας του ήταν ο Στέλιος Σεφεριάδης ένας ιδιαίτερα μορφωμένος
δικηγόρος και μητέρα του η Δέσπω Τενεκίδη, ενώ την οικογένειά του ολοκλήρωναν τα δύο μικρότερα αδέρφια του, η Ιωάννα και ο Άγγελος.
δικηγόρος και μητέρα του η Δέσπω Τενεκίδη, ενώ την οικογένειά του ολοκλήρωναν τα δύο μικρότερα αδέρφια του, η Ιωάννα και ο Άγγελος.
Ο Σεφέρης ξεκίνησε τα πρώτα μαθητικά του χρόνια στο Λύκειο Χ. Αρώνη και το 1914 άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου αναγκάζει την οικογένειά του να εγκαταλείψει τη Σμύρνη και να εγκατασταθεί στην Αθήνα όπου ο νεαρός Σεφέρης συνεχίζει τις σπουδές του στο Πρότυπο Κλασικό Γυμνάσιο Αθηνών τις οποίες και ολοκληρώνει το 1917.

Τον επόμενο χρόνο ο Σεφέρης μαζί με την οικογένειά του εγκαθίστανται στο Παρίσι όπου ο Σεφέρης σπουδάζει νομική ενώ ο πατέρας του διαπρέπει ασκώντας το επάγγελμα του δικηγόρου. Η παραμονή του στο Παρίσι φτάνει μέχρι το 1924 οπότε ο Σεφέρης θα μετακινηθεί στο Λονδίνο για να τελειοποιήσει τα αγγλικά του. Φυσικά, τα χρόνια στο Παρίσι και το Λονδίνο γαλούχησαν τον ποιητή και τον έφεραν σε επαφή με τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής. Στο Παρίσι μάλιστα, ο Σεφέρης συνεργάστηκε και με το φοιτητικό περιοδικό Βωμός έχοντας το ψευδώνυμο Γιώργος Σκαλιώτης, γράφοντας ποιήματα στην ελληνική και γαλλική γλώσσα.
Πριν επιστρέψει στην Αθήνα από το Λονδίνο ο ποιητής γράφει το ποίημά του Fog και γυρίζοντας στην Αθήνα γράφει το Ημερολόγιο και το πεζογράφημα του Έξι Νύχτες στην Αθήνα. Το 1927 ο Σεφέρης μπαίνει έντονα στα πολιτικά πράγματα του τόπου, καθώς διορίζεται στο διπλωματικό σώμα το 1927 ως ακόλουθος του Υπουργείου Εξωτερικών, ενώ τον ίδιο χρόνο χάνει και τη μητέρα του Δέσπω.
Ο επόμενος χρόνος διαγράφεται σημαντικός για την ποιητική του πορεία καθώς δημοσιεύεται στη Νέα Εστία το έργο του «Μια βραδιά με τον Κύριο Τεστ» που αποτελούσε μετάφραση του έργου του Βαλερί, ενώ το 1931 κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Στροφή και με αλλαγμένο το επίθετό του. Παράλληλα, διορίζεται αρχικά υποπρόξενος και έπειτα διευθύνων στο Ελληνικό Γενικό Προξενείο του Λονδίνου.όπου και παραμένει μέχρι και το 1934.

Μετά τη στροφή ακολουθούν τα επόμενα χρόνια τα έργα του Μια νύχτα στην ακρογιαλιά και η Στέρνα, ενώ το 1933 η ακαδημαϊκή καριέρα του πατέρα του φτάνει στο απόγειό της καθώς εκλέγεται Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Η διπλωματική του καριέρα συνεχίζεται και μετά το 1934 ο Σεφέρης διορίζεται πρόξενος στην Κορυτσά μέχρι το 1937 ολοκληρώνοντας την θητεία του το 1937 συμμετέχοντας στο στο Συνέδριο Διαβαλκανικού Τύπου στο Βουκουρέστι. Εκείνη την περίοδο μεταφράζεται και το πρώτο του ποίημα στα γαλλικά από την Έλλη Λαμπρίδη. Το 1938 η διπλωματική του καριέρα τον φέρνει με την θέση του προϊσταμένου της Διευθύνσεως Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Πληροφοριών, ενώ το 1940 εκδίδει το Ημερολόγιο Καταστρώματος Α΄, Ποιήματα 1 και Το Τετράδιο Γυμνασμάτων και τον ίδιο χρόνο υπογράφει μανιφέστο κατά του Ιταλικού Φασισμού.

Ο γάμος του με τη Μαρία Ζάννου γίνεται το 1941 στις 22 Απριλίου οπότε και το ζευγάρι ακολουθεί την Ελληνική Κυβέρνηση στην Αίγυπτο, την Αλεξάνδρεια και τη Σούδα, ενώ ακολουθούν ταξίδια τα επόμενα χρόνια στην Ιταλία. Μάλιστα, το 1945 ο Σεφέρης διορίζεται διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου και διατελεί διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Αντιβασιλέα Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού.
Τα επόμενα χρόνια είναι γεμάτα από ποίηση και μετακινήσεις για τον Γιώργο Σεφέρη καθώς η πολιτική του σταδιοδρομία τον φέρνει σε ταξίδια από την Κύπρο μέχρι το Λονδίνο ενώ λογοτεχνικά η μεγάλη φήμη που αποκτούν τα ποιήματά του επισφραγίζεται το 1963 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Εξαιρετικοί τίτλοι όπως επίτιμος διδάκτωρ των γραμμάτων από το Πανεπιστήμιο του Cambridge, επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης και Οξφόρδης είναι μερικοί μόνο από τις διακρίσεις που τον ακολουθούν.
Πάνω από όλα όμως ο Σεφέρης υπήρξε ένας γνήσιος Έλληνας με βαθιά αγάπη για την Ελλάδα. Αντιστεκόμενος στην χούντα του Παπαδόπουλου το 1969 δημοσιεύτηκε η δήλωσή του κατά της χούντας με αποτέλεσμα να του αφαιρεθεί ο τίτλος του Πρέσβη επί Τιμή και να του απαγορευτεί η χρήση του διπλωματικού του διαβατηρίου.

Το 1971 ο Σεφέρης κατέγραψε το τελευταίο του ποίημα με τίτλο Επί Ασπαλάθων για να αφήσει λίγους μήνες αργότερα στις 20 Σεπτεμβρίου του 1971 την τελευταία του πνοή ,ύστερα από μία επίπονη χειρουργική επέμβαση στην κοιλιακή χώρα στην οποία είχε υποβληθεί μικρό χρονικό διάστημα πριν.
Το κενό που άφησε στην λογοτεχνική οικογένεια χαρακτηρίστηκε δυσαναπλήρωτο και όχι άδικα για μία από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες της ελληνικής λογοτεχνίας.
Μετά το θάνατό του εκδόθηκε και το πλήρες προσωπικό του ημερολόγιο με τίτλο «Μέρες» μαζί με το «Πολιτικό» του ημερολόγιο. Ο Σεφέρης ανήκει στην κατηγορία των ποιητών που διαμόρφωσε τη νέα ελληνική ποίηση. Μέσα στα ποιήματά του το βάρος όσων είχε ο ίδιος προσωπικά περάσει αλλά και η ίδια η χώρα φαίνεται ότι αποτυπώνονται πολλές φορές με μία μελαγχολία που γνώριζε ωστόσο να έχει πάντα εκλάμψεις αισιοδοξίας, ενώ η ευρωπαϊκή του κουλτούρα συνδεόταν πάντα άρρηκτα με τον ελληνικό ιδεώδες και την αγάπη του για την πατρίδα. www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου