Όπως είπε κάποτε ο πολιτικός επιστήμων Samuel Huntington, η συζήτηση για τη παρακμή, βοηθά στην αποφυγή της. Σήμερα, με το θέμα αυτό (της παρακμής), ασχολήθηκε και η εφημερίδα Washington Post. Το ερώτημα που τίθεται είναι απλό: Μπορεί η Αμερική να συνεχίσει να θεωρεί τον εαυτό της ως τον σπουδαιότερο, ή είναι και αυτή μια από τις πολλές υπερδυνάμεις της ιστορίας που αργά ή γρήγορα εξαφανίστηκαν;
Δυο τινά συμβαίνουν. Το πρώτο είναι μια έλλειψη εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση Ομπάμα. Μια κυβέρνηση, που στην εξωτερική της πολιτική σημείωσε παλινωδίες
. Κόλλησε στο Αφγανιστάν. Η Βόρειος Κορέα της «πουλάει μούρη». Η Κίνα είναι η ανερχόμενη δύναμη. Η ανάκαμψη της οικονομίας καθυστερεί. Επομένως, η μία επιλογή είναι να θεωρείται ο Ομπάμα, ως ο υπεύθυνος της απώλειας του κύρους των ΗΠΑ. Αν είχε εκλεγεί ο John McCain, ή οποιοσδήποτε άλλος, τίποτα από τα παραπάνω δεν θα συνέβαινε. Έτσι, η μια θεωρία αποδίδει την παρακμή των ΗΠΑ στον Ομπάμα προσωπικά.
Η δεύτερη προσέγγιση είναι να δούμε τη κατάντια της χώρας, όχι ως οφειλόμενη στον ίδιο τον πρόεδρο, αλλά ως δομικό της πρόβλημα. Η άνοδος κάποιων άλλων υπερδυνάμεων, αποτελεί φυσική εξέλιξη. Η Ινδία και η Κίνα προχωράνε με βήμα ταχύ. Οι μαθητές της Σαγκάης βαθμολογούνται με άριστα σε διεθνείς εξετάσεις και δοκιμασίες, την ώρα που τα Αμερικανάκια αποτυγχάνουν.
Η Αμερική δεν μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα, πέραν του να ανασυνταχθεί και να προσπαθήσει να βελτιωθεί τουλάχιστον σε εσωτερικό επίπεδο. Η αίσθηση ότι η Αμερική είναι κάτι το εξαιρετικό, την έχει οδηγήσει σε πλειάδα προβλημάτων, ειδικά σε σχέση με τη διεθνή κοινότητα. Όμως, επειδή οι Αμερικανοί έχουν συνηθίσει να δείχνουν σε όλους τη δύναμή τους, από την εποχή του 1945, η συνειδητοποίηση της σημερινής αναγκαιότητας για αυτοσυγκράτηση και περισυλλογή, μάλλον είναι απίθανη.
Η τρέχουσα αίσθηση παρακμής, ξεκινά από το γεγονός ότι σε όλη τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η χώρα έχασε τα διεθνή της πλεονεκτήματα, έφθειρε την στρατιωτική της ισχύ με μακροχρόνιες και άχρηστες πολεμικές εμπλοκές στο Ιράκ, διέλυσε τα κρατικά της ταμεία, και αντιμετώπισε μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις των τελευταίων 80 χρόνων. ‘Όλα αυτά συνέβησαν, την ίδια ώρα που (κυρίως) η Κίνα, αλλά και η Ινδία, άρχισαν να αμφισβητούν την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Οι Αμερικανοί δικαίως λοιπόν ανησυχούν.
Κανένας πρόεδρος δεν θέλει να παραδεχτεί πως η Αμερική παρακμάζει, σε σχέση με άλλες δυνάμεις. Ο Richard Nixon κόντεψε, όταν το 1969 ανακοίνωσε το «Δόγμα Nixon», σύμφωνα με το οποίο οι σύμμαχοι των ΗΠΑ θα έπρεπε να φροντίζουν από μόνοι τους για την άμυνά τους. Κάτι τέτοιο βέβαια, δεν έγινε ποτέ. Αυτό που μπορεί να κάνει σήμερα ο Ομπάμα, είναι να εκμεταλλευτεί την αίσθηση της παρακμής, ώστε να προωθήσει το πολιτικό του πρόγραμμα. Κάτι σαν μια «εθνική ανανέωση». Ένα νέου είδους New Deal, που θα αναζωογονήσει την υποδομή της χώρας, και θα την καταστήσει και πάλι διεθνώς ανταγωνιστική.
Κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατο να πραγματοποιηθεί σε μια εποχή γενικής περιστολής των δαπανών. Όμως το ζήτημα είναι το ποιος πολιτικός φορέας θα σπεύσει να καταλάβει και να εκμεταλλευτεί το κενό που δημιουργεί αυτή η αβεβαιότητα για το μέλλον της Αμερικής. Στις τελευταίες εκλογές για το κογκρέσο, η δεξιά είναι αυτή που φάνηκε να προσφέρει την επιθυμητή απάντηση. Θα μπορέσει άραγε ο Ομπάμα να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων;
S.A.-The National Interest www.antinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου