Μέχρι τώρα η Γερμανία έχει συνεργαστεί. Έχει παράσχει τη μεγαλύτερη συμβολή στα πακέτα διάσωσης της Ελλάδας και της Ιρλανδίας. Υποστήριξε τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αγορά κρατικών ομολόγων της ευρωπαϊκής περιφέρειας και για παραχώρηση απεριόριστης ρευστότητας στις κλυδωνιζόμενες τράπεζες τους. Με αυτή την πολιτική, η Γερμανία επιδίωξε να αγοράσει χρόνο για χάρη των πιο αδύναμων μελών (όπως και για χάρη των ευρωπαϊκών τραπεζών) ώστε να μπορέσουν να βάλουν τα οικονομικά τους σε τάξη – αλλά και να περιορίσει την πίεση στην ακεραιότητα της Ευρωζώνης σαν σύνολο.
Βέβαια η Γερμανία δεν παρέσχε υποστήριξη άνευ όρων. Επέμεινε σε σοβαρές αλλαγές πολιτικής για τις σπατάλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Άσκησε πιέσεις για ένα μηχανισμό αντιμετώπισης των κρίσεων χρέους που, αρχής γενομένης από το 2013, θα διασφαλίζει ότι το βάρος της προσαρμογής δεν θα το αναλαμβάνουν μόνο οι φορολογούμενοι αλλά και οι πιστωτές και οι μέτοχοι. Τέλος απέρριψε τις πολλαπλές εκκλήσεις για τόνωση της εσωτερικής της ζήτησης ώστε να αποτελέσει μια οικονομική ατμομηχανή για την Ευρωζώνη σαν σύνολο.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η προσέγγιση – εστιάζουμε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων ρευστότητας τώρα και αφήνουμε τα θέματα φερεγγυότητας για αργότερα – δεν αποδίδει. Την Τετάρτη ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s απείλησε με περαιτέρω υποβάθμιση των ισπανικών ομολόγων εξαιτίας των προβλημάτων που αναμένεται να βρει μπροστά της η Μαδρίτη αφού θα χρειαστεί τεράστιες ποσότητες αγορές κεφαλαίων από τις αγορές το 2011 – σε συνδυασμό άλλωστε και με τις δυσκολίες των τραπεζών της. Γενικότερα, οι υπάρχοντες καταθέτες και πιστωτές αντί να νιώσουν μεγαλύτερη ασφάλεια με την παροχή απεριόριστης ρευστότητας στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, χρησιμοποιούν τα ταμεία διάσωσης για να αποσύρουν τα λεφτά τους. Και ούτε εισέρχεται νέο χρήμα, εξαιτίας των ανησυχιών για την υπερχρέωση των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας και την έλλειψη ανταγωνιστικότητας.
Η μείωση των επενδύσεων στην ευρωπαϊκή περιφέρεια ωστόσο σημαίνει λιγότερες θέσεις εργασίας και εμβάθυνση της οικονομικής ύφεσης. Και αυτά με τη σειρά τους συνεπάγονται ότι τα προγράμματα λιτότητας δύσκολα θα αποδώσουν θετικά αποτελέσματα, ενώ παράλληλα οδηγούν σε κοινωνικές αναταραχές, όπως φάνηκε και από τα γεγονότα της Τετάρτης στην Αθήνα. Επομένως οι πιέσεις στη Γερμανία για να κάνει περισσότερα, δεν παύουν να αυξάνουν. Την περασμένη βδομάδα το Βερολίνο κλήθηκε να στηρίξει ακόμα πιο φιλόδοξες πρωτοβουλίες διάσωσης, με τις προτάσεις για τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωομολόγου ή για διπλασιασμό των κονδυλίων του Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Τις ίδιες μέρες η Γερμανία βρέθηκε αντιμέτωπη με την ΕΚΤ που θέλει να περιορίσει την επιβάρυνση του προϋπολογισμού της.
Αντιλαμβανόμενες τον κίνδυνο ο γερμανικός ισολογισμός - όπως επίσης και ο ισολογισμός της ΕΚΤ - να συνεχίσουν να … μολύνονται από τα προβλήματα των εταίρων στην Ευρωζώνη, οι αγορές άρχισαν να εκφράζουν ορισμένες πρώτες ανησυχίες για τη δημοσιονομική ευρωστία της χώρας. Σε πρόσφατη δημοπρασία κρατικών ομολόγων, η Γερμανία είδε τα επιτόκια της να ενισχύονται ακολουθώντας την κίνηση των αμερικανικών, μολονότι η δημοσιονομική θέση των δύο χωρών διαφέρει πολύ.
Όλα αυτά τονίζουν το δίλημμα που αντιμετωπίζει η Γερμανία η οποία από τη μια μεριά νιώθει πολιτικά υποχρεωμένη να υποστηρίξει μια προσέγγιση παροχής ρευστότητας για το πρόβλημα της αφερεγγυότητας της περιφερειακής Ευρώπης, αλλά από την άλλη γνωρίζει ότι τα οικονομικά δεδομένα της κατάστασης είναι λάθος και συνεπώς επιβλαβή. Η προσέγγιση στη βάση της ρευστότητας που καθυστερεί την ημέρα του απολογισμού μπορεί να αποτελεί μια ορθή πολιτική επιλογή αλλά είναι μια κακή οικονομική επιλογή. Δεν βοηθά στην αποκατάσταση μιας βιώσιμης ανάπτυξης στην ευρωπαϊκή περιφέρεια ενώ συνάμα εκθέτει τον πυρήνα σε ‘μόλυνση’ – μέσα από τις υποχρεώσεις της περιφέρειας που μεταφέρονται στο Γερμανό φορολογούμενο ή στον ισολογισμό της ΕΚΤ που αγοράζει περιφερειακά ομόλογα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που Γερμανία αντιμετωπίζει ένα τέτοιο δίλημμα. Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η Δυτική Γερμανία έκρινε ότι η ορθή πολιτική επιλογή προέχει μιας κακής οικονομικής επιλογής και συμφώνησε στην ενοποίηση με την πολύ πιο ασθενή οικονομικά Ανατολική Γερμανία με νομισματική ισοτιμία 1-1. Χρειάστηκε αρκετά χρόνια για να ξεπεράσει το κόστος αυτής της απόφασης.
Η κατάσταση αυτή τη φορά υποδεικνύει ότι τα καλά οικονομικά πρέπει να παίξουν πιο σημαντικό ρόλο. Αντί να διπλασιάσει τα χρήματα στο πλαίσιο μιας προβληματικής προσέγγισης παροχής ρευστότητας, ήρθε η ώρα για τη Γερμανία να προχωρήσει σε μια πιο συνολική προσέγγιση που θα εστιάζει στην αντιμετώπιση της υπερχρέωσης της ευρωπαϊκής περιφέρειας και των προβλημάτων ανταγωνιστικότητάς της.www.sofokleous10.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου