διεύθυνση επικοινωνίας delios2010@gmail.com

7 Μαρ 2011

Ευρωλύση ή αδιέξοδο για την ελληνική κοινωνία

Του Δ. Γ. ΠΑΠΑΔΟΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Πέντε κρίσιμες διεκδικήσεις θα θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στις 25 Μαρτίου ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου. Η Ελλάδα θέλει και πασχίζει να δοθεί ευρωπαϊκή λύση-πακέτο η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει τα παρακάτω:
● Επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων 110 δισ. ευρώ της τρόικας.


● Χαμηλότερα επιτόκια από το 5,7% που δίνουμε για τα δάνεια που παίρνουμε.

● Επαναγορά στην τρέχουσα αξία ενός σημαντικού τμήματος του χρέους.

●Έκδοση ευρωομολόγου που θα χρηματοδοτήσει το περιβόητο ταμείο EFSF, μέσω του οποίου θα γίνει η επαναγορά ελληνικών ομολόγων, και

● Επιβολή φόρου στις χρηματιστηριακές συναλλαγές.

Από τα παραπάνω πέντε σημεία τα πρώτα τέσσερα είναι εκείνα που πρέπει να ικανοποιηθούν οπωσδήποτε για να μπορέσει η χώρα να αναχρηματοδοτήσει το χρέος και ταυτόχρονα να έχει βάσιμες ελπίδες αναπτυξιακής διεξόδου στην κρίση. To ελληνικό αίτημα συνεπικουρείται και από το ΔΝΤ, το οποίο ενόψει της κρίσιμης συνόδου της 25ης Μαρτίου, στην προχτεσινή έκθεσή του ανέφερε ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν αποτελεσματικές κινήσεις από την Ευρωζώνη, για να δοθεί λύση στο ζήτημα του ελληνικού χρέους.

Μόνο η επιμήκυνση του χρέους 110 δισ. ευρώ με μικρότερα επιτόκια δεν αρκεί. Η επιμήκυνση μεγαλώνει τον χρόνο αποπληρωμής του δανείου, αλλά δεν εξασφαλίζει νέους πόρους.

160 δισ. για τα χρεολύσια

Στο διάστημα 2011-2015 μόνο για χρεολύσια η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει περίπου 160 δισ. ευρώ. Στο ίδιο διάστημα οι τόκοι για την εξυπηρέτηση του χρέους θα απαιτήσουν περισσότερα από 58 δισ. ευρώ.

Η κατάσταση είναι άκρως πιεστική και βέβαια μετά από 10 μήνες εφαρμογής του μνημονίου, φαίνεται ξεκάθαρα ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν πέτυχε όσα αρχικά λέγονταν. Η ύφεση της ελληνικής οικονομίας είναι βαθύτατη. Κλιμακώνεται δε έτι περαιτέρω, όσο το Δημόσιο συνεχίζει να αντλεί κεφάλαια από τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές για να καλύψει τα ελλείμματα.

Δεν φτάνουν τα χρήματα της τρόικας

Με βάση τα σενάρια που έχουν στη διάθεσή τους το Υπουργείο Οικονομικών και η Τράπεζα της Ελλάδος, η κατάσταση έχει ως εξής: Τα χρήματα της τρόικας (64 δισ. ευρώ) δεν αρκούν για να καλυφθούν οι υποχρεώσεις της χώρας τη διετία 2011-2012.

Οι υπολογισμοί με βάση τους οποίους καταρτίστηκε το Μνημόνιο, είχαν ως βασικό σενάριο εργασίας την έξοδο της χώρας στις αγορές από τα μέσα του 2011. Τούτο φαίνεται ανέφικτο. Άρα, η αναχρηματοδότηση του χρέους (θα φτάσει τα 345 δισ. στο τέλος του 2011), θα απαιτήσει πρόσθετο δάνειο, με επώδυνους όρους, ανάλογους εκείνου των 110 δισ. ευρώ.

Το 2011, όπως εκτιμούν στην Τράπεζα της Ελλάδος, η κατάσταση μπορεί να αντιμετωπιστεί μερικώς με εκδόσεις εντόκων γραμματίων, οι οποίες όμως θα κληροδοτήσουν βραχυπρόθεσμο χρέος στο επόμενο δωδεκάμηνο.

Το 2012 το πρόβλημα της αναχρηματοδότησης θα είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί μόνο με τα δάνεια της τρόικας που ανέρχονται σε 24 δισ. ευρώ. Το ίδιο έτος οι συνολικές δανειακές ανάγκες της χώρας θα φτάσουν τα 68 δισ. ευρώ.

Με άλλα λόγια η χώρα θα πρέπει να δανειστεί το 2012 από τις αγορές περίπου 44 δισ. ευρώ, κάτι μάλλον ουτοπικό με βάση τα σημερινά δεδομένα και την πορεία που φαίνεται ότι θα ακολουθηθεί, εάν στις 25 Μαρτίου δεν δοθεί μια συνολική βιώσιμη λύση.

Το τηλεφώνημα Ομπάμα και οι πιέσεις στη Μέρκελ

Η ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ με την οποία επέστρεψε ο Έλληνας πρωθυπουργός από το Βερολίνο, που επισκέφθηκε πρόσφατα, εξακολουθεί να ρίχνει βαριά τη σκιά της στην πορεία της χώρας προς τις κρισιμότατες συνόδους της 11ης και της 24ης-25ης Μαρτίου. Το αρνητικό κλίμα δεν έχει καταστεί δυνατό να αλλάξει, παρότι στις 10 ημέρες που μεσολάβησαν, κινητοποιήθηκε ο αμερικανικός παράγων, με τηλεφώνημα του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα στην καγκελάριο Μέρκελ.

Εκείνο το τηλεφώνημα, στο οποίο ο κ. Ομπάμα μετέφερε στην κ. Μέρκελ την ανησυχία του για το ενδεχόμενο να μετατραπεί η κρίση χρέους της Ευρωζώνης σε ντόμινο οικονομικής αποσταθεροποίησης που θα πλήξει τις προσπάθειες των ΗΠΑ να βγουν από την κρίση, μείωσε την αδιαλλαξία του Βερολίνου. Ωστόσο, η πραγματική του αξία μέλλει να κριθεί τις τρεις επόμενες εβδομάδες έως την εαρινή σύνοδο κορυφής.

Σ’ αυτό το διάστημα των σκληρών διαπραγματεύσεων για το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, το οποίο προωθεί ο γαλλογερμανικός άξονας προκειμένου να αποδεχτεί την ενίσχυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η κ. Μέρκελ φαίνεται να αντιμετωπίζει θετικά το ελληνικό αίτημα, όσον αφορά τη διαδικασία επιμήκυνσης της περιόδου αποπληρωμής του ελληνικού χρέους κατά 10 χρόνια.

Η υπόθεση ότι οι εξελίξεις στην Ιρλανδία, με τη νίκη του Έντα Κένι, θα οδηγήσουν σε μείωση τα επιτόκια δανεισμού τόσο της Ιρλανδίας όσο και της Ελλάδας, προσώρας δεν επιβεβαιώνεται. Η κ. Μέρκελ, μετά τη συνάντησή της με τον Πορτογάλο πρωθυπουργό Ζοζέ Σόκρατες την περασμένη Πέμπτη, ξεκαθάρισε ότι δεν μπορεί να δεσμευτεί για μια μείωση των επιτοκίων δανεισμού.

Ταυτόχρονα, η καγκελάριος, που ήδη είχε κατηγορηματικά αρνηθεί την εξαγορά χρέους από το Ταμείο Στήριξης (EFSF), όπως αποκάλυψε το Bloomberg, σε κλειστή σύσκεψη με τους κυβερνητικούς της εταίρους επανέλαβε ότι θεωρεί απίθανο να επιτευχθεί συμφωνία που θα προβλέπει ελάφρυνση του κόστους δανεισμού. Τούτο, διότι θεωρεί δεδομένο πως Ελλάδα και Ιρλανδία δεν θα δεχτούν τις πρόσθετες δημοσιονομικές περικοπές που θα τους ζητήσει το Βερολίνο ως αντάλλαγμα.

Όμηρος του πολιτικού αδιεξόδου στη χώρα της, η κ. Μέρκελ είναι καταδικασμένη να ηττηθεί και στις έξι επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις που θα διεξαχθούν σε ισάριθμα ομόσπονδα κρατίδια έως τον Σεπτέμβριο. Η πολιτική της ομηρία και οι δεσμεύσεις έναντι των Φιλελευθέρων Δημοκρατών με τους οποίους συγκυβερνά, την ρυμουλκούν σε διαρκώς σκληρότερες θέσεις, όσον αφορά τη διαχείριση της κρίσης χρέους, που μαστίζει την Ευρωζώνη.

Γύρω από το Βερολίνο στοιχίζονται ήδη οι τρεις χώρες με αξιολόγηση ΑΑΑ, δηλαδή οι Αυστρία, Φινλανδία και Ολλανδία, γεγονός που προεξοφλεί μια σκληρή μάχη, η οποία μετά το Μάρτιο αναμένεται να κλιμακωθεί. Ας λάβουμε σοβαρά υπόψη ότι τον ερχόμενο Σεπτέμβριο στο Βερολίνο θα τεθεί θέμα αλλαγής φρουράς στην καγκελαρία. Πιθανότατα αυτό να σημάνει πρόωρη προσφυγή στις κάλπες σε χρόνο πολύ κοντινό στις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2012.

Ι. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Φως στο τούνελ από τη συμβιβαστική λύση Barroso - Van Rompuy

ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ φαίνεται ότι επιτυγχάνεται μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών ως προς το λεγόμενο Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας. Η Angela Merkel έχει ξεκαθαρίσει ότι η υιοθέτηση ενός τέτοιου σχεδίου από όλες τις χώρες της Ευρωζώνης είναι προαπαιτούμενο για να συμφωνήσει σε μια συνολική λύση της κρίσης χρέους της περιφέρειας.

Παρά ταύτα, διάσταση απόψεων διαπιστώνεται στην Ευρωζώνη μεταξύ του πυρήνα και της περιφέρειας σε άλλα ζητήματα, όπως το αίτημα της Ελλάδας και της Ιρλανδίας να μειωθούν τα επιτόκια των δανείων διάσωσης και η πρόταση επαναγοράς των ομολόγων των καταχρεωμένων χωρών από το μηχανισμό διάσωσης. Ως εκ τούτου ο κίνδυνος ενός απογοητευτικού αποτελέσματος στη Σύνοδο Κορυφής της 2425 Μαρτίου είναι μεγάλος.

Μετά τις έντονες αντιδράσεις που προκάλεσε στις μικρότερες χώρες η γαλλογερμανική πρόταση για το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, ο πρόεδρος της Κομισιόν Jose Manuel Barroso και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Herman Van Rompuy έθεσαν στο τραπέζι μία συμβιβαστική λύση που φαίνεται να βρίσκει σύμφωνες όλες τις πλευρές.

Απέναντι στη γερμανική απαίτηση να περάσουν οι χώρες της Ευρωζώνης ένα «φρένο χρέους» στο σύνταγμά τους, η συμβιβαστική λύση προβλέπει ότι κάθε χώρα θα μπορεί να αποφασίζει μόνη της τον τρόπο με τον οποίο θα επιβάλλει νομικά τη δημοσιονομική πειθαρχία (περνώντας στο σύνταγμα ή σε νόμο-πλαίσιο κάποιον κανόνα που θα αναφέρεται στο χρέος, το πρωτογενές ισοζύγιο ή τις δαπάνες).

Στο θέμα της αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης, η συμβιβαστική πρόταση δεν θέτει συγκεκριμένο ηλικιακό όριο, αλλά τονίζει ότι θα πρέπει να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων.

Έτσι, προτείνει την προσαρμογή των ορίων συνταξιοδότησης στο προσδόκιμο ζωής και τη δημιουργία κινήτρων για την απασχόληση ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας.

Σε ό,τι αφορά τη γαλλογερμανική πρόταση για την κατάργηση της σύνδεσης των μισθών με τον πληθωρισμό, οι αντιδράσεις της Αυστρίας, της Ισπανίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου υπήρξαν έντονες. Van Rompuy και Barroso τονίζουν ότι κάθε χώρα θα πρέπει να αποφασίζει μόνη της πώς θα διαχειρίζεται το κόστος εργασίας, σεβόμενη τις παραδόσεις της σε ό,τι αφορά τις διαπραγματεύσεις μεταξύ εργαζομένων και κυβερνήσεων. Ωστόσο, η πρότασή τους μιλά για αποκέντρωση των μισθολογικών διαπραγματεύσεων και σύγκριση του κόστους ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος κάθε χώρας με όσα ισχύουν στην υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και στους βασικούς εμπορικούς εταίρους της. Επίσης, ζητά συγκράτηση των μισθών στο δημόσιο τομέα, αφού αυτό θα επιδράσει τελικά και στις μισθολογικές εξελίξεις στον ιδιωτικό τομέα.

Απέναντι στη γαλλογερμανική πρόταση σχετικά με την εναρμόνιση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις σε όλη την Ευρωζώνη, η συμβιβαστική λύση δέχεται την υιοθέτηση του μέτρου αυτού έστω από μία ομάδα χωρών.

Κ. ΣΑΜ.
http://www.isotimia.gr/default.asp?pid=24&ct=3&artid=94261

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου